high-strung
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | high-strung |
συγκριτικός | more high-strung |
υπερθετικός | most high-strung |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
high-strung (en)
- νευρικός, για ένα άτομο ή ένα ζώο που γίνεται νευρικό και αναστατώνεται εύκολα
Πηγές[επεξεργασία]
- high-strung - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 585. ISBN 9780194325684., λήμμα: νευρικός