immaculately

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός immaculately
συγκριτικός more immaculately
υπερθετικός most immaculately

Ετυμολογία [επεξεργασία]

immaculately < immaculate + -ly

Επίρρημα[επεξεργασία]

immaculately (en)