mașină

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: mașina

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

mașină (ro) θηλυκό

  1. η μηχανή
  2. το αυτοκίνητο

Εκφράσεις

[επεξεργασία]