moreau

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

moreau < morel < δημώδης λατινική °maurellus

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /mɔ.ʁo/

Επίθετο[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό moreau moreaux
θηλυκό morelle morelles

moreau (fr)

un cheval moreau - ένα γυαλιστερό μαύρο άλογο
une jument morelle - μια μαύρη γυαλιστερή φοράδα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό moreau moreaux
θηλυκό morelle morelles

moreau (fr)

  • λέγεται σαν ουσιαστικοποιημένο επίθετο
un moreau - ένα γυαλιστερό μαύρο άλογο

Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]