stunning
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]/ˈstʌnɪŋ/
Επίθετο
[επεξεργασία]stunning (en)
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]stunning (en)
- ενεργητική μετοχή ενεστώτα του stun
/ˈstʌnɪŋ/
stunning (en)
stunning (en)