until

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πρόθεση

[επεξεργασία]

until (en)

  • ως, έως, για, μέχρι τη χρονική στιγμή ή το γεγονός που αναφέρεται
    ⮡  until now/then - ως τώρα/τότε
    ⮡  The stores operate from eight a.m. until four p.m.
    Τα καταστήματα λειτουργούν από τις οχτώ π.μ. ως τις τέσσερις μ.μ.
    ⮡  from morning until night - από το πρωί μέχρι/έως το βράδυ
    ⮡  Goodbye 'til tomorrow.
    Ορεβουάρ για αύριο.
     συνώνυμα: through

Σύνδεσμος

[επεξεργασία]

until (en)

  • μέχρι που, μέχρι (που) να, ώσπου να, όσο να, όσο που να, παρά μόνο αφού, έως ότου, ως, μέχρι τη χρονική στιγμή ή το γεγονός που αναφέρεται
    ⮡  They waited in silence, until the bell rang.
    Περίμεναν βουβοί, μέχρι που χτύπησε το κουδούνι.
    ⮡  Nobody leaves until I get back.
    Μη φύγει κανείς, μέχρι (που) να γυρίσω.
    ⮡  They waited three hours until the next bus came.
    Περίμεναν τρεις ώρες, μέχρι να έλθει το επόμενο λεωφορείο.
    ⮡  It will be five years until we meet again.
    Θα περάσουν πέντε χρόνια ώσπου να ξανασυναντηθούμε.
    ⮡  Let’s wait until the rain stops.
    Ας περιμένουμε όσο να σταματήσει η βροχή.
    ⮡  I will wait until you finish.
    Θα περιμένω όσο να τελειώσεις.
    ⮡  We waited until the next train came.
    Περίμεναν όσο που να έρθει το επόμενο τρένο.
    ⮡  I did not give it to him until after he promised to…
    Του το έδωσα παρά μόνο αφού υποσχέθηκε να…
    ⮡  I didn’t hear about it until after he had left.
    Δεν το 'μαθα παρά μόνον αφού είχε φύγει.
    ⮡  I will continue believing it until I get proof to the contrary.
    Θα συνεχίσω να το πιστεύω έως ότου έχω αποδείξεις περί του αντίθετου.
    ⮡  Until you told me, I had not heard anything about what had happened.
    Ως τη στιγμή που μου μίλησες δεν είναι μάθει τίποτα για το τι είχε συμβεί.
     συνώνυμα: before

Συνώνυμα

[επεξεργασία]