uproarious

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός uproarious
συγκριτικός more uproarious
υπερθετικός most uproarious

Ετυμολογία [επεξεργασία]

uproarious < uproar + -ious

Επίθετο[επεξεργασία]

uproarious (en)

  • θορυβώδης, που έχει πολύ θόρυβο και οι άνθρωποι γελούν ή φωνάζουν πολύ
    I burst into uproarious laughter.
    Ξέσπασα σε θορυβώδη γέλια.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη noisy

Πηγές[επεξεργασία]