viola
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
viola | violas |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
viola (en)
- (μουσικό όργανο) η βιόλα
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
viola στην αγγλική Βικιπαίδεια
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
viola (it)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
viola (it)
- (μουσικό όργανο) βιόλα, το μουσικό έγχορδο όργανο