write down
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]ενεστώτας | write down |
γ΄ ενικό ενεστώτα | writes down |
αόριστος | wrote down |
παθητική μετοχή | written down |
ενεργητική μετοχή | writing down |
Ρήμα
[επεξεργασία]write down (en)
- (μεταβατικό) γράφω κάτι, καταγράφω, καταχωρίζω