yearningly
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | yearningly |
συγκριτικός | more yearningly |
υπερθετικός | most yearningly |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
yearningly (en)
- κάνω κάτι με λαχτάρα
Πηγές[επεξεργασία]
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 495. ISBN 9780194325684., λήμμα: λαχτάρα