Ταμπουριώτισσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ταμπουριώτισσα < Ταμπουριώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ta.buɾˈʝo.ti.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τα‐μπουρ‐ιώ‐τισ‐σα
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ταμπουριώτισσα θηλυκό
- (πατριδωνυμικό) θηλυκό του Ταμπουριώτης
- ※ Μη με ρωτάς αν σ’ αγαπώ τσαχπίνα μου, / έμορφη Ταμπουριώτισσά μου, / παρά μου δίνεις βάσανα μανούλα μου / καημούς και ντέρτια μέσα στην καρδιά μου (Ταμπουριώτισσα, στίχοι/μουσική: Κώστας Σκαρβέλης, εκτέλεση: Ρόζα Εσκενάζυ, 1933)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- ταμπουριώτικος
- → και δείτε τη λέξη Ταμπούρια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Ταμπουριώτης
Ταμπουριώτισσα
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θάλασσα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ισσα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πατριδωνυμικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα στίχους τραγουδιών (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)