αντικειμενιστής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αντικειμενιστής < αντικειμενισμός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αντικειμενιστής αρσενικό
- ο οπαδός του αντικειμενισμού
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αντικειμενιστής