δυοσμαρίνι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | δυοσμαρίνι | τα | δυοσμαρίνια |
γενική | του | δυοσμαρινιού | των | δυοσμαρινιών |
αιτιατική | το | δυοσμαρίνι | τα | δυοσμαρίνια |
κλητική | δυοσμαρίνι | δυοσμαρίνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. η γενική είναι δύσχρηστη | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
δυοσμαρίνι ουδέτερο
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
δυοσμαρίνι
|