νομιναλιστής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- νομιναλιστής < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]νομιναλιστής αρσενικό
- οπαδός του νομιναλισμού
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] νομιναλιστής
|