πεεκτομή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πεεκτομή οι πεεκτομές
      γενική της πεεκτομής των πεεκτομών
    αιτιατική την πεεκτομή τις πεεκτομές
     κλητική πεεκτομή πεεκτομές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πεεκτομή < πε(ος) + -εκτομή • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πεεκτομή θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]