στρουθοκαμηλίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

στρουθοκαμηλίζω < στρουθοκαμηλ(ισμός) + -ίζω[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /stɾu.θo.ka.miˈli.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: στρου‐θο‐κα‐μη‐λί‐ζω

Ρήμα[επεξεργασία]

στρουθοκαμηλίζω, αόρ.: στρουθοκαμήλισα (χωρίς παθητική φωνή)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]