Γκαγκαούζος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Γκαγκαούζος < γκαγκαούζ Gagauz• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ga.gaˈu.zos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γκα‐γκα‐ού‐ζος
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Γκαγκαούζος αρσενικό
- (εθνικό όνομα) άτομο το οποίο ανήκει στην εθνοτική ομάδα των Γκαγκαούζων