Καζαμπλάνκα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Καζαμπλάνκα
      γενική της Καζαμπλάνκας
    αιτιατική την Καζαμπλάνκα
     κλητική Καζαμπλάνκα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Καζαμπλάνκα < ισπανική Casablanca (άσπρο σπίτι) < πορτογαλική Casa Branca[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ka.zaˈblan.ka/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κα‐ζα‐μπλάν‐κα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πανοραμική άποψη του κέντρου της Καζαμπλάνκας

Καζαμπλάνκα θηλυκό, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)