ανεμόπληκτος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.neˈmo.pli.ktos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐νε‐μό‐πλη‐κτος
Επίθετο[επεξεργασία]
ανεμόπληκτος -η -ο
- που εκτίθεται στον άνεμο
- ※ Ἀλλ’ ἐὰν βλέπῃς ἐν ἐμοὶ πολέμιον / γόνον ὑπόπτου τῷ πατρί σου σου γενεᾶς / καὶ μισουμένης, μ’ ἔχεις εἰς τὰς χεῖράς σου· / διάθες τὴν ζωήν μου· ἀνεμόπληκτος, / εἰς τρικυμίας μέχρι τοῦδ’ ἐφέρετο. (Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, Δούκας. books.google.gr)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ανεμόπληκτος
→ δείτε τη λέξη ανεμόδαρτος |
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ανεμό- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -πληκτος (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα ποίησης (καθαρεύουσα)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)