απισχναντικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- απισχναντικός < απισχναίνω + -τικός
Επίθετο[επεξεργασία]
απισχναντικός, -ή, -ό
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τις λέξεις απισχναίνω και ισχνός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
απισχναντικός
|