αραχνοφοβικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αραχνοφοβικός η αραχνοφοβική το αραχνοφοβικό
      γενική του αραχνοφοβικού της αραχνοφοβικής του αραχνοφοβικού
    αιτιατική τον αραχνοφοβικό την αραχνοφοβική το αραχνοφοβικό
     κλητική αραχνοφοβικέ αραχνοφοβική αραχνοφοβικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αραχνοφοβικοί οι αραχνοφοβικές τα αραχνοφοβικά
      γενική των αραχνοφοβικών των αραχνοφοβικών των αραχνοφοβικών
    αιτιατική τους αραχνοφοβικούς τις αραχνοφοβικές τα αραχνοφοβικά
     κλητική αραχνοφοβικοί αραχνοφοβικές αραχνοφοβικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αραχνοφοβικός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο[επεξεργασία]

αραχνοφοβικός, -ή, -ό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]