διάβαση πεζών

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η διάβαση πεζών οι διαβάσεις πεζών
      γενική της διάβασης/διαβάσεως πεζών των διαβάσεων πεζών
    αιτιατική τη διάβαση πεζών τις διαβάσεις πεζών
     κλητική διάβαση πεζών διαβάσεις πεζών
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Μια διάβαση πεζών, με άσπρη διαγράμμιση πάνω στο οδόστρωμα.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διάβαση πεζών < → δείτε τις λέξεις διάβαση, πεζός και πεζών

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

διάβαση πεζών θηλυκό

  • σημείο του οδοστρώματος με ειδική σήμανση (όπως λευκή διαγράμμιση) από όπου επιτρέπεται στους πεζούς να διασχίσουν ένα δρόμο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]