εκπιπτέος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
εκπιπτέος
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εκπιπτέος
Δείτε επίσης : εκπέσιμος, εκπεστέος |
εκπιπτέος