ιντερμέτζο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ιντερμέδιο

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ιντερμέτζο τα ιντερμέτζα
      γενική του ιντερμέτζου των ιντερμέτζων
    αιτιατική το ιντερμέτζο τα ιντερμέτζα
     κλητική ιντερμέτζο ιντερμέτζα
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ιντερμέτζο < (άμεσο δάνειο) ιταλική intermezzo[1] < λατινική intermedius < inter + medius

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /in.teɾˈme.d͡zo/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ιντερμέτζο ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]