μαμούχαλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μαμούχαλος < → λείπει η ετυμολογία (βλ. κριμαϊκά ταταρικά mamuh=βαμβάκι)
Επίθετο[επεξεργασία]
μαμούχαλος, -η, -ο
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μαμούχαλος
|