πιάτο ημέρας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πιάτο ημέρας τα πιάτα ημέρας
      γενική του πιάτου ημέρας των πιάτων ημέρας
    αιτιατική το πιάτο ημέρας τα πιάτα ημέρας
     κλητική πιάτο ημέρας πιάτα ημέρας
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πιάτο ημέρας < (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική plat du jour, → δείτε τις λέξεις πιάτο και ημέρα• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈpça.to iˈme.ɾas/

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

πιάτο ημέρας ουδέτερο

  • πιάτο που ετοιμάζεται ειδικά, σε ορισμένα εστιατόρια, για μία ημέρα και αλλάζει καθημερινά
    ※  Την προηγούμενη Κυριακή είχε ως πιάτο ημέρας ένα ωραιότατο χοιρινό γεμιστό με σπανάκι και φέτα και λεμονάτη σάλτσα από το ζουμί του. Έτρωγες ζουμερό φρικασέ, με τη χάρη όμως του ψητού κρέατος.
    Ρέντουλας, Άγγελος (10 Μαΐου 2017), Απλόχερη μαγειρική, Η Καθημερινή

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]