πολυκυτταρικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πολυκυτταρικός < πολυκύτταρ(ος) + -ικός[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /po.li.ci.ta.ɾiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πο‐λυ‐κυτ‐τα‐ρι‐κός
Επίθετο[επεξεργασία]
πολυκυτταρικός, -ή, -ό
- (βιολογία) που έχει τα στοιχεία αυτού που αποτελείται από πολλά κύτταρα
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πολυκυτταρικός
→ δείτε τη λέξη πολυκύτταρος |
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ πολυκυτταρικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας