ταξινόμηση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ταξινόμηση οι ταξινομήσεις
      γενική της ταξινόμησης* των ταξινομήσεων
    αιτιατική την ταξινόμηση τις ταξινομήσεις
     κλητική ταξινόμηση ταξινομήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, ταξινομήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ταξινόμηση < ταξινομώ + -ση (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική taxinomie ή αγγλική classification)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ta.ksiˈno.mi.si/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ταξινόμηση θηλυκό

Εκφράσεις[επεξεργασία]

  • τέλος ταξινόμησης:

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]