τρισμέγιστος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο τρισμέγιστος η τρισμέγιστη το τρισμέγιστο
      γενική του τρισμέγιστου της τρισμέγιστης του τρισμέγιστου
    αιτιατική τον τρισμέγιστο την τρισμέγιστη το τρισμέγιστο
     κλητική τρισμέγιστε τρισμέγιστη τρισμέγιστο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι τρισμέγιστοι οι τρισμέγιστες τα τρισμέγιστα
      γενική των τρισμέγιστων των τρισμέγιστων των τρισμέγιστων
    αιτιατική τους τρισμέγιστους τις τρισμέγιστες τα τρισμέγιστα
     κλητική τρισμέγιστοι τρισμέγιστες τρισμέγιστα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τρισμέγιστος < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο[επεξεργασία]

τρισμέγιστος, -η, -ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]





Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική τρισμέγιστος τρισμεγίστη τὸ τρισμέγιστον
      γενική τοῦ τρισμεγίστου τῆς τρισμεγίστης τοῦ τρισμεγίστου
      δοτική τῷ τρισμεγίστ τῇ τρισμεγίστ τῷ τρισμεγίστ
    αιτιατική τὸν τρισμέγιστον τὴν τρισμεγίστην τὸ τρισμέγιστον
     κλητική ! τρισμέγιστε τρισμεγίστη τρισμέγιστον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ τρισμέγιστοι αἱ τρισμέγισται τὰ τρισμέγιστ
      γενική τῶν τρισμεγίστων τῶν τρισμεγίστων τῶν τρισμεγίστων
      δοτική τοῖς τρισμεγίστοις ταῖς τρισμεγίσταις τοῖς τρισμεγίστοις
    αιτιατική τοὺς τρισμεγίστους τὰς τρισμεγίστᾱς τὰ τρισμέγιστ
     κλητική ! τρισμέγιστοι τρισμέγισται τρισμέγιστ
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ τρισμεγίστω τὼ τρισμεγίστ τὼ τρισμεγίστω
      γεν-δοτ τοῖν τρισμεγίστοιν τοῖν τρισμεγίσταιν τοῖν τρισμεγίστοιν
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'μέγιστος' όπως «μέγιστος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

ζητούμενο λήμμα

Πηγές[επεξεργασία]