lima: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ διαγραφή των interwikis |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{δείτε|Lima}} |
|||
=={{-it-}}== |
=={{-it-}}== |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
Αναθεώρηση της 17:42, 27 Ιουλίου 2020
Ιταλικά (it)
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
lima (it) θηλυκό
Λατινικά (la)
Ετυμολογία
- lima < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *lei-
Ουσιαστικό
lima (la) θηλυκό
Κλίση
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | lima | limae |
γενική | limae | limārum |
δοτική | limae | limīs |
αιτιατική | limam | limās |
κλητική | lima | limae |
αφαιρετική | limā | limīs |
Μαλαϊκά (ms)
Αριθμητικό
lima (ms)