Θέμις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Θέμις < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Θέμις < θέμις Δείτε και Θεμιστο-
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈθe.mis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Θέ‐μις
- ομόηχο: Θέμης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Θέμις θηλυκό
- γυναικείο όνομα
- (ελληνική μυθολογία, θεωνύμιο) θεότητα της δικαιοσύνης στην αρχαία ελληνική μυθολογία
- (επίσημο) η δικαιοσύνη, τα δικαστήρια
- ↪ Θέμιδος μέλαθρον
- ↪ Ο ευθυμογράφος Δημήτρης Ψαράς εξέδωσε το βιβλίο του «Η Θέμις έχει κέφια» το 1937 με σπαρταριστά επεισόδια από την αίθουσα δικαστηρίου. Την επόμενη χρονιά, «Η Θέμις έχει νεύρα».
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Θέμις στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- Θέμις - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]δείτε την κλίση στο θέμις |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Θέμις: → δείτε τη λέξη θέμις
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Θέμις, -ιστος/-ιος/-ιδος θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]- θέμις - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Θέμις, θέμις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Ομόηχα (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (νέα ελληνικά)
- Θεωνύμια (νέα ελληνικά)
- Επίσημοι όροι (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (αρχαία ελληνικά)
- Θεωνύμια (αρχαία ελληνικά)
- Νομικοί όροι (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)