Κάμερον
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Κάμερον < (άμεσο δάνειο) αγγλική Cameron
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈca.me.ron/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κά‐με‐ρον
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κάμερον αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο άκλιτο
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)
- όνομα (ανδρικό ή γυναικείο), από το παραπάνω επώνυμο
- (ουδέτερο) ονομασία πόλεων των ΗΠΑ, και οικισμών του Καναδά
Μεταγραφές
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Τζέιμς Κάμερον στη Βικιπαίδεια
(γενν. 1954), Καναδός σκηνοθέτης του κινηματογράφου
-
Κάμερον Ντίαζ στη Βικιπαίδεια
(γενν. 1972), Αμερικανίδα ηθοποιός και μοντέλο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα κοινού γένους (νέα ελληνικά)
- Πόλεις των ΗΠΑ (νέα ελληνικά)
- Πόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια των ΗΠΑ (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί του Καναδά (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια του Καναδά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)