Κάμερον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Κάμερον < (άμεσο δάνειο) αγγλική Cameron

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈca.me.ron/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κά‐με‐ρον

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Κάμερον αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο άκλιτο

  1. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)
  2. όνομα (ανδρικό ή γυναικείο), από το παραπάνω επώνυμο
  3. (ουδέτερο) ονομασία πόλεων των ΗΠΑ, και οικισμών του Καναδά

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]