Καναδάς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική ο Καναδάς
      γενική του Καναδά
    αιτιατική τον Καναδά
     κλητική Καναδά
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Η θέση του Καναδά στην υφήλιο
Η σημαία του Καναδά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Καναδάς < (άμεσο δάνειο) γαλλική Canada < ιροκουά kanata (χωριό, οικισμός)

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Καναδάς αρσενικό, μόνο στον ενικό

Συγγενικές λέξεις[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]