Καλλιπολίτισσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Καλλιπολίτισσα < Καλλιπολίτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ka.li.poˈli.ti.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Καλ‐λι‐πο‐λί‐τισ‐σα
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Καλλιπολίτισσα θηλυκό
- (πατριδωνυμικό) θηλυκό του Καλλιπολίτης
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη Καλλίπολη
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Καλλιπολίτης
Καλλιπολίτισσα
|