Καμινιώτισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: καμινιώτισσα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Καμινιώτισσα οι Καμινιώτισσες
      γενική της Καμινιώτισσας των Καμινιωτισσών
    αιτιατική την Καμινιώτισσα τις Καμινιώτισσες
     κλητική Καμινιώτισσα Καμινιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Καμινιώτισσα < Καμινιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ka.miˈɲo.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κα‐μι‐νιώ‐τισ‐σα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Καμινιώτισσα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Καμινιώτης