Πενταπολίτισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Πενταπολίτισσα οι Πενταπολίτισσες
      γενική της Πενταπολίτισσας των Πενταπολιτισσών
    αιτιατική την Πενταπολίτισσα τις Πενταπολίτισσες
     κλητική Πενταπολίτισσα Πενταπολίτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πενταπολίτισσα < Πενταπολίτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pen.da.poˈli.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πε‐ντα‐πο‐λί‐τισ‐σα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πενταπολίτισσα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Πενταπολίτης