Πρινιώτισσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Πρινιώτισσα < Πρινιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pɾiˈɲo.ti.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πρι‐νιώ‐τισ‐σα
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Πρινιώτισσα θηλυκό
- (πατριδωνυμικό) θηλυκό του Πρινιώτης
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Πρινιώτης
Πρινιώτισσα
|