Μετάβαση στο περιεχόμενο

Χέρωμα

Από Βικιλεξικό

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική το Χέρωμα
      γενική
    αιτιατική το Χέρωμα
     κλητική Χέρωμα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Χέρωμα < (άμεσο δάνειο) αρβανίτικη ς προέλευσης  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈçe.ɾo.ma/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Χέρωμα

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Χέρωμα ουδέτερο

Σύνθετα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]