αβγουλάς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Αβγουλάς
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αβγουλάς οι αβγουλάδες
      γενική του αβγουλά των αβγουλάδων
    αιτιατική τον αβγουλά τους αβγουλάδες
     κλητική αβγουλά αβγουλάδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αβγουλάς < αβγ- + -ουλάς

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.vɣuˈlas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐βγου‐λάς

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αβγουλάς αρσενικό (θηλυκό αβγουλού)

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]
  • αβγουλάςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)