αλεσιά
Πήδηση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | αλεσιά | αλεσιές |
γενική | αλεσιάς | αλεσιών |
αιτιατική | αλεσιά | αλεσιές |
κλητική | αλεσιά | αλεσιές |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αλεσιά < αλέθω
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αλεσιά θηλυκό
[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη: αλέθω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αλεσιά