αντεθνικότητα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αντεθνικότητα < αντεθνικ(ός) + -ότητα (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική antinationalism)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αντεθνικότητα θηλυκό
- (λόγιο) η ιδιότητα του αντεθνικού
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τις λέξεις εθνικότητα και έθνος
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αντεθνικότητα
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σάλπιγγα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ότητα (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα αντ- (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)