αποκαπιταλιστικοποίηση
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αποκαπιταλιστικοποίηση < απο- + καπιταλιστικοποίηση
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αποκαπιταλιστικοποίηση θηλυκό
- (πολιτική) η αναστροφή της διαδικασίας καπιταλιστικοποίησης
- ※ Αποεμπορευματοποίηση–αποκαπιταλιστικοποίηση των κοινωνικών σχέσεων στηριζόμενοι στα κοινωνικά–συλλογικά αγαθά. Εδώ εκτός από την ενέργεια και το νερό, ανήκουν για παράδειγμα: πάρκα, παιδικές χαρές, βιβλιοθήκες, δημοτικές πισίνες και λουτρά, ζωολογικοί κήποι, μουσεία ή θέατρα. Είναι δημόσιοι χώροι και δομές, που κατά κανόνα χρηματοδοτούνται από τα «δημόσια χέρια».(Εφημερίδα των Συντακτών, 04.04.2020)
- ※ Στο πλαίσιο αυτής της πορείας η συνοχή της Ευρώπης, ως Ευρωπαϊκή Ένωση και Ευρωζώνη απειλείται με μια επιστροφή της στον καταστροφικό εθνικισμό του 19ου και του 20ού αιώνα των εμφύλιων συγκρούσεων μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών και λαών. Αυτή η καταστροφική πορεία μπορεί και πρέπει να σταματήσει: 1. με την απεξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την επιρροή των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, 2. με την απογερμανοποίηση της Ευρώπης 3. με την αποκαπιταλιστικοποίηση των οικονομικών και των κοινωνικών θεσμών και δομών της και την αντικατάστασή τους από θεσμούς και δομές ήπιας και κοινωνικά ελεγχόμενης οικονομίας. (εφ. Ελευθερία, 23.10.2016)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αποκαπιταλιστικοποίηση
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα απο- (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Πολιτική (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
- Λήμματα με τουλάχιστον 20 γράμματα (νέα ελληνικά)