από καθέδρας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- από καθέδρας < (μεταφραστικό δάνειο) λατινική ex cathedra. Μορφολογικά, → δείτε τις λέξεις από και καθέδρα
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.po‿kaˈθe.ðɾas/
Έκφραση[επεξεργασία]
από καθέδρας
- διδασκαλία 'από την έδρα', με την αυθεντία του καθηγητή, χωρίς διάλογο με τους μαθητές
- (συνεκδοχικά) για ύφος απόλυτο, χωρίς περιθώριο διαλόγου από άτομο υψηλής ιεραρχίας
Σημειώσεις[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
από καθέδρας