Μετάβαση στο περιεχόμενο

βράβευση

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βράβευση οι βραβεύσεις
      γενική της βράβευσης* των βραβεύσεων
    αιτιατική τη βράβευση τις βραβεύσεις
     κλητική βράβευση βραβεύσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, βραβεύσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βράβευση < βραβεύ{ω} + -ση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

βράβευση θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]