ζαναέτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ζαναέτης οι ζαναέτηδες
      γενική του ζαναέτη των ζαναέτηδων
    αιτιατική τον ζαναέτη τους ζαναέτηδες
     κλητική ζαναέτη ζαναέτηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζαναέτης < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζαναέτης αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Ορφανός, Βασίλης (2020) Τουρκικά δάνεια στα Ελληνικά της Κρήτης, Propylaeum, Heidelberg University Library 2020 (DOI), download.σελ.1-405.pdf, 1η έκδοση:2014