ιμπρίκκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ιμπρίκκι τα ιμπρίκκια
      γενική του ιμπρικκιού των ιμπρικκιών
    αιτιατική το ιμπρίκκι τα ιμπρίκκια
     κλητική ιμπρίκκι ιμπρίκκια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ιμπρίκκι από το Τούρκικο ibrik (Χρειάζεται επεξεργασία)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ιμπρίκκι ουδέτερο (κυπριακά)