μπρίκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μπρίκι | τα | μπρίκια |
γενική | του | μπρικιού | των | μπρικιών |
αιτιατική | το | μπρίκι | τα | μπρίκια |
κλητική | μπρίκι | μπρίκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
- μπρίκι < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική ابریق (τουρκική ibrik χάλκινη κανάτα) < αραβική إبريق (ibrīk) < περσική آبریز (âbriz)
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈbɾi.ci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μπρί‐κι
Ουσιαστικό 1[επεξεργασία]
μπρίκι ουδέτερο
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- μπρίκια κολλάμε;
- για να δώσουμε έμφαση στο γεγονός ότι γνωρίζουμε το αντικείμενο
- για να πούμε στον συνομιλητή μας ότι και εμείς ξέρουμε να κάνουμε αυτή τη δουλειά, ότι είναι, επίσης, αντικείμενο της δουλειάς μας και δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσει άλλον
[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
μπρίκι στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]

↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μπρίκι | τα | μπρίκια |
γενική | του | μπρικιού | των | μπρικιών |
αιτιατική | το | μπρίκι | τα | μπρίκια |
κλητική | μπρίκι | μπρίκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
- μπρίκι < (άμεσο δάνειο) γαλλική brick < αγγλική brig < brigantine < ιταλική brigantino < brigante < brigare < briga < πρωτοκελτική *brīgos (δύναμη) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *gʷrih₂-g- < *gʷréh₂us (βαρύς)
Ουσιαστικό 2[επεξεργασία]
μπρίκι ουδέτερο
- (ναυτικός όρος) είδος παλιού ιστιοφόρου
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα οθωμανικά τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα οθωμανικά τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αραβικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα περσικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Κουζινικά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Ναυτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)