κλαριθρομυκίνη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κλαριθρομυκίνη οι κλαριθρομυκίνες
      γενική της κλαριθρομυκίνης των κλαριθρομυκινών
    αιτιατική την κλαριθρομυκίνη τις κλαριθρομυκίνες
     κλητική κλαριθρομυκίνη κλαριθρομυκίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κλαριθρομυκίνη < (λόγιο δάνειο) αγγλική clarithromycine· συνθετικά: • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κλαριθρομυκίνη θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]