μετατρόχιο
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]μετατρόχιο ουδέτερο
- η απόσταση μεταξύ των δύο μπροστινών (ή των δύο πίσω) τροχών στο αυτοκίνητο
μετατρόχιο ουδέτερο