μπαλιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μπαλιά οι μπαλιές
      γενική της μπαλιάς των μπαλιών
    αιτιατική την μπαλιά τις μπαλιές
     κλητική μπαλιά μπαλιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μπαλιά < μπάλα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μπαλιά θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]